Αγώνας σιωπηλών θηρευτών
«Ο πιο αθόρυβος, ο πιο εκπαιδευμένος, ο πιο
πειθαρχημένος και ο πιο αποφασισμένος θα νικήσει ...»
Περί Αλός
Ιωάννης Σ. Θεοδωράτος
Δημοσιογράφος-Αμυντικός Αναλυτής
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Στρατιωτική Ισορροπία
και Γεωπολιτική» τ. 25, σελ.80 Αιγίς Εκδοτική, ΜΑΡ
2012
Οι επιχειρησιακές δυνατότητες των
ελληνικών Υ/Β Type 209 επέτρεπαν
στο ΠΝ να κυριαρχεί στο Αιγαίο.
|
Η ανάπτυξη της τουρκικής ναυτικής ισχύος έχει προβληματίσει τους
επιτελείς του ΓΕΝ, οι οποίοι διαπιστώνουν ότι στην απέναντι ακτή του Αιγαίου
συγκροτείται και ενδυναμώνεται σε ετήσια πλέον βάση, μια ισχυρότατη δύναμη
κρούσης, η οποία μεσομακροπρόθεσμα στοχεύει στην ανάδειξη της Τουρκίας ως την
μεγαλύτερη ναυτική δύναμη της Μεσογείου. Η ηγεσία του Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ)
προκειμένου να είναι σε θέση να εκπονήσει ρεαλιστικά και εφαρμόσιμα σχέδια
αναχαίτισης της θαλάσσιας αυτής απειλής, στηρίζεται στην ενδυνάμωση του
υποβρύχιου όπλου. Η Διοίκηση Υποβρυχίων (ΔΥ) του ΠΝ αποτελεί τον προμαχώνα αλλά
και τον θεμέλιο λίθο αυτής της αποτρεπτικής στρατηγικής, καθώς ήδη από το 1974
αποδείχθηκε το πλεονέκτημα που έχουν τα υποβρύχια σε μια ενδεχόμενη σύγκρουση
Ελλάδας-Τουρκίας. Ιδιαίτερα τώρα που η χώρα μας επενδύει στην εκμετάλλευση
ενεργειακών κοιτασμάτων, καθίσταται σαφές ότι η προστασία τους εναπόκειται στην
ύπαρξη ενός ισχυρού στόλου, που θα χρησιμοποιεί ως αιχμή του δόρατος το όπλο
των υποβρυχίων. Πως όμως μπορεί ένα σύγχρονο υποβρύχιο να αποτελέσει το όπλο
της νίκης σε μια σύγκρουση στο Αιγαίο; Ποιας μορφής τακτικής ακολουθούν ώστε να
μην αποτελέσουν το θήραμα αλλά τον θηρευτή; Το άρθρο που ακολουθεί θα
επιχειρήσει να ρίξει φως στον σκοτεινό και σιωπηλό κόσμο του βυθού, εκεί που
άνθρωποι και αισθητήρες συνδέονται με έναν μεταφυσικό τρόπο, προκειμένου να
επιτύχουν δύο ζωτικούς στόχους: να νικήσουν και να επιβιώσουν.
Τα φώτα της δημοσιότητας (αρνητικής ή θετικής) έχουν στραφεί προς τα κατά καιρούς ζητήματα που αφορούν προμήθειες υποβρυχίων αρκετές φορές στο παρελθόν. Η κοινή γνώμη αρέσκεται – από την περίοδο της αρχαιότητας – να κατηγορεί ότι δεν μπορεί να αντιληφθεί στην πραγματική του αξία, υποκύπτοντας στους δημαγωγούς, δικαιώνοντας έτσι διαχρονικά τον Θουκυδίδη που μετέφερε στο βιβλίο του τα λόγια του Κλέωνος προς τους Αθηναίους, όταν τους χαρακτήρισε ως: «θεατές των λόγων και ακροατές των πράξεων». Οι ναυτικοί εξοπλισμοί παρουσιάζουν ένα έντονο όσο και ειδικό ενδιαφέρον για το ελληνικό κοινό, που δεν έχει ξεχάσει τους άρρηκτους δεσμούς του με την θάλασσα, την ομηρική άλς. Σήμερα η υπόθεση προμήθειας των υποβρυχίων Type 214 έχει απασχολήσει τον Τύπο (ειδικό και μη) επί μακρόν, ενώ ακούστηκε ακόμη και πρόταση να ακυρωθεί το πρόγραμμα απόκτησης των τριών υποβρυχίων («Πιπίνος», «Ματρώζος», «Κατσώνης»), περίτρανη απόδειξη της άγνοιας της επιχειρησιακής αξίας που έχει για ορισμένους το υποβρύχιο όπλο.
Ο γράφων οφείλει να ομολογήσει ότι παρότι έχει μεταβεί αρκετές φορές κατά το παρελθόν στην έδρα της ΔΥ, ουδέποτε ολοκλήρωσε την επίσκεψή του με το αίσθημα ότι δεν απαιτείται επανάληψή της! Ίσως γιατί ανήκει σε μια ολιγομελή ομάδα στρατιωτικών συντακτών, οι οποίοι γνωρίζουν ότι το υποβρύχιο και κατ’ επέκταση η ΔΥ και τα στελέχη της, αποτελούν το πιο σημαντικό εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής για την Ελλάδα, καθώς κρατούν επίζηλα τον τίτλο «της αιχμής της τρίαινας του Ποσειδώνα»! Ακριβώς επειδή ο κοσμοσείστης Θεός είναι εκφραστής της μεταφυσικής θαλάσσιας ισχύος, οι Έλληνες επιτελείς του ΓΕΝ έχουν δώσει ονόματα αρχαίων θαλάσσιων θεοτήτων και νυμφών στα υποβρύχια, συν το γεγονός ότι ένα από αυτά έχει ονομαστεί «Ποσειδών» (S116) βαπτίζοντας έτσι και την κλάση των Type 209/1200 συν το πρόγραμμα αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού (Neptune I και II) του συνόλου των γερμανικής σχεδίασης υποβρυχίων του Στόλου.
Τα στελέχη της ΔΥ έχουν υιοθετήσει ένα απόφθεγμα το οποίο απεικονίζει το επιθετικό πνεύμα σε συνδυασμό με την ρεαλιστική πραγματικότητα. Όπως μας αποκάλυψε απόστρατος αξιωματικός συνοψίζεται στην φράση: «αποπλέουμε, νικάμε, επιστρέφουμε σώοι, παίρνουμε και… το κορίτσι». Ο συμβολισμός είναι ουσιαστικός καθώς η πατρίδα επιθυμεί τα ένστολα τέκνα της να νικήσουν και να επιστρέψουν ώστε να απολαύσουν τους καρπούς της επιτυχίας.
Όταν αντικρίζεις τον εσωτερικό χώρο ενός υποβρυχίου, τίποτε δεν σε πείθει για την ισχύ που κρύβεται και πως μπορεί αυτή να μεταβάλλει το αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης. Το υποβρύχιο αποτελεί νεώτερη προσθήκη στον χώρο των επιχειρήσεων και η δράση του προηγείται αυτή του αεροσκάφους. Το Βασίλειον της Ελλάδας παρήγγειλε το πρώτο του υποβρύχιο τον Δεκέμβριο του 1885, το οποίο ήταν τύπου Nordenfelt I 60 τόνων σε κατάδυση, με οπλισμό ένα πυροβόλο Nordenfelt QF της 1’’ ίντσας και μια τορπίλη Whitehead των 14’’ ιντσών. Ωστόσο παρότι το υποβρύχιο ουδέποτε εντάχθηκε στη δύναμη του Στόλου, καθώς αντιμετώπιζε σημαντικά προβλήματα, γεγονός που οδήγησε το 1901 στην απόφαση διάλυσής του, το τότε Βασιλικό Ναυτικό απέδειξε πόσο σημαντικό ήταν να διαθέτει υποβρύχιο στόλο. Η ελληνική πρωτοπορία και η πεποίθηση στην επιχειρησιακή αξία του νέου πολλά υποσχόμενου όπλου, οδήγησε στην πρώτη καταγραφή των αναγκών, τις πρώτες σκέψεις σχεδίασης τακτικών επίθεσης, με συνέπεια τα επόμενα χρόνια να είναι σε θέση να προχωρήσει σε καλύτερες επιλογές. Πράγματι τον Σεπτέμβριο του 1910 αγοράσθηκαν δύο υποβρύχια τύπου Laubeuf από τα γαλλικά Ναυπηγεία Schneider της Τουλώνος, τα οποία ονομάστηκαν «Δελφίν» (παρελήφθη το 1912) και «Ξιφίας» (παρελήφθη το 1913).
Το υποβρύχιο «Δελφίν» εφάρμοσε την πρώτη επιχειρησιακή τακτική διείσδυσης και επίθεσης εντός εχθρικής περιοχής, όταν μετά από διαταγή του αρχηγού Στόλου υποναύαρχου Παύλου Κουντουριώτη εξετάσθηκε η δυνατότητα πλεύσης προς τα Στενά του Ελλησπόντου με αποστολή την προσβολή του Οθωμανικού Στόλου στο αγκυροβόλιο του στο Ναγαρά. Τελικά η αποστολή δεν υλοποιήθηκε, λόγω αντικειμενικών δυσκολιών, ωστόσο στις 09.15 το πρωί της 8ης Δεκεμβρίου 1912 πέρασε στην ιστορία ως το πρώτο υποβρύχιο στον κόσμο που έβαλλε τορπίλη μάχης – μάλιστα από απόσταση 500 μέτρων – κατά κινούμενου πολεμικού πλοίου και συγκεκριμένα του καταδρομικού «Mecidiye» (Μετζηδιέ). Παρότι η βολή δεν ήταν επιτυχής και το «Δελφίν» προσάραξε στη συνέχεια σε αβαθή στην Τένεδο, η ενέργεια του υποβρυχίου του Βασιλικού Ναυτικού καταγράφηκε ως η πρώτη πολεμική επιχείρηση του είδους σε παγκόσμια κλίμακα.
Αναφερθήκαμε στα δύο αυτά ιστορικά παραδείγματα για να τονίσουμε ότι οι Έλληνες αξιωματικοί που σχεδιάζουν τις τακτικές των Type 209 και Type 214, βαδίζουν στα ίχνη μιας μεγάλης παράδοσης που ξεκινά από τα τέλη του 19ου αιώνα και περιλαμβάνει αρκετές πρωτιές.
Διαμορφώνοντας τακτικές υποβρυχίων σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο
Τα φώτα της δημοσιότητας (αρνητικής ή θετικής) έχουν στραφεί προς τα κατά καιρούς ζητήματα που αφορούν προμήθειες υποβρυχίων αρκετές φορές στο παρελθόν. Η κοινή γνώμη αρέσκεται – από την περίοδο της αρχαιότητας – να κατηγορεί ότι δεν μπορεί να αντιληφθεί στην πραγματική του αξία, υποκύπτοντας στους δημαγωγούς, δικαιώνοντας έτσι διαχρονικά τον Θουκυδίδη που μετέφερε στο βιβλίο του τα λόγια του Κλέωνος προς τους Αθηναίους, όταν τους χαρακτήρισε ως: «θεατές των λόγων και ακροατές των πράξεων». Οι ναυτικοί εξοπλισμοί παρουσιάζουν ένα έντονο όσο και ειδικό ενδιαφέρον για το ελληνικό κοινό, που δεν έχει ξεχάσει τους άρρηκτους δεσμούς του με την θάλασσα, την ομηρική άλς. Σήμερα η υπόθεση προμήθειας των υποβρυχίων Type 214 έχει απασχολήσει τον Τύπο (ειδικό και μη) επί μακρόν, ενώ ακούστηκε ακόμη και πρόταση να ακυρωθεί το πρόγραμμα απόκτησης των τριών υποβρυχίων («Πιπίνος», «Ματρώζος», «Κατσώνης»), περίτρανη απόδειξη της άγνοιας της επιχειρησιακής αξίας που έχει για ορισμένους το υποβρύχιο όπλο.
Ο γράφων οφείλει να ομολογήσει ότι παρότι έχει μεταβεί αρκετές φορές κατά το παρελθόν στην έδρα της ΔΥ, ουδέποτε ολοκλήρωσε την επίσκεψή του με το αίσθημα ότι δεν απαιτείται επανάληψή της! Ίσως γιατί ανήκει σε μια ολιγομελή ομάδα στρατιωτικών συντακτών, οι οποίοι γνωρίζουν ότι το υποβρύχιο και κατ’ επέκταση η ΔΥ και τα στελέχη της, αποτελούν το πιο σημαντικό εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής για την Ελλάδα, καθώς κρατούν επίζηλα τον τίτλο «της αιχμής της τρίαινας του Ποσειδώνα»! Ακριβώς επειδή ο κοσμοσείστης Θεός είναι εκφραστής της μεταφυσικής θαλάσσιας ισχύος, οι Έλληνες επιτελείς του ΓΕΝ έχουν δώσει ονόματα αρχαίων θαλάσσιων θεοτήτων και νυμφών στα υποβρύχια, συν το γεγονός ότι ένα από αυτά έχει ονομαστεί «Ποσειδών» (S116) βαπτίζοντας έτσι και την κλάση των Type 209/1200 συν το πρόγραμμα αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού (Neptune I και II) του συνόλου των γερμανικής σχεδίασης υποβρυχίων του Στόλου.
Τα στελέχη της ΔΥ έχουν υιοθετήσει ένα απόφθεγμα το οποίο απεικονίζει το επιθετικό πνεύμα σε συνδυασμό με την ρεαλιστική πραγματικότητα. Όπως μας αποκάλυψε απόστρατος αξιωματικός συνοψίζεται στην φράση: «αποπλέουμε, νικάμε, επιστρέφουμε σώοι, παίρνουμε και… το κορίτσι». Ο συμβολισμός είναι ουσιαστικός καθώς η πατρίδα επιθυμεί τα ένστολα τέκνα της να νικήσουν και να επιστρέψουν ώστε να απολαύσουν τους καρπούς της επιτυχίας.
Όταν αντικρίζεις τον εσωτερικό χώρο ενός υποβρυχίου, τίποτε δεν σε πείθει για την ισχύ που κρύβεται και πως μπορεί αυτή να μεταβάλλει το αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης. Το υποβρύχιο αποτελεί νεώτερη προσθήκη στον χώρο των επιχειρήσεων και η δράση του προηγείται αυτή του αεροσκάφους. Το Βασίλειον της Ελλάδας παρήγγειλε το πρώτο του υποβρύχιο τον Δεκέμβριο του 1885, το οποίο ήταν τύπου Nordenfelt I 60 τόνων σε κατάδυση, με οπλισμό ένα πυροβόλο Nordenfelt QF της 1’’ ίντσας και μια τορπίλη Whitehead των 14’’ ιντσών. Ωστόσο παρότι το υποβρύχιο ουδέποτε εντάχθηκε στη δύναμη του Στόλου, καθώς αντιμετώπιζε σημαντικά προβλήματα, γεγονός που οδήγησε το 1901 στην απόφαση διάλυσής του, το τότε Βασιλικό Ναυτικό απέδειξε πόσο σημαντικό ήταν να διαθέτει υποβρύχιο στόλο. Η ελληνική πρωτοπορία και η πεποίθηση στην επιχειρησιακή αξία του νέου πολλά υποσχόμενου όπλου, οδήγησε στην πρώτη καταγραφή των αναγκών, τις πρώτες σκέψεις σχεδίασης τακτικών επίθεσης, με συνέπεια τα επόμενα χρόνια να είναι σε θέση να προχωρήσει σε καλύτερες επιλογές. Πράγματι τον Σεπτέμβριο του 1910 αγοράσθηκαν δύο υποβρύχια τύπου Laubeuf από τα γαλλικά Ναυπηγεία Schneider της Τουλώνος, τα οποία ονομάστηκαν «Δελφίν» (παρελήφθη το 1912) και «Ξιφίας» (παρελήφθη το 1913).
Το υποβρύχιο «Δελφίν» εφάρμοσε την πρώτη επιχειρησιακή τακτική διείσδυσης και επίθεσης εντός εχθρικής περιοχής, όταν μετά από διαταγή του αρχηγού Στόλου υποναύαρχου Παύλου Κουντουριώτη εξετάσθηκε η δυνατότητα πλεύσης προς τα Στενά του Ελλησπόντου με αποστολή την προσβολή του Οθωμανικού Στόλου στο αγκυροβόλιο του στο Ναγαρά. Τελικά η αποστολή δεν υλοποιήθηκε, λόγω αντικειμενικών δυσκολιών, ωστόσο στις 09.15 το πρωί της 8ης Δεκεμβρίου 1912 πέρασε στην ιστορία ως το πρώτο υποβρύχιο στον κόσμο που έβαλλε τορπίλη μάχης – μάλιστα από απόσταση 500 μέτρων – κατά κινούμενου πολεμικού πλοίου και συγκεκριμένα του καταδρομικού «Mecidiye» (Μετζηδιέ). Παρότι η βολή δεν ήταν επιτυχής και το «Δελφίν» προσάραξε στη συνέχεια σε αβαθή στην Τένεδο, η ενέργεια του υποβρυχίου του Βασιλικού Ναυτικού καταγράφηκε ως η πρώτη πολεμική επιχείρηση του είδους σε παγκόσμια κλίμακα.
Αναφερθήκαμε στα δύο αυτά ιστορικά παραδείγματα για να τονίσουμε ότι οι Έλληνες αξιωματικοί που σχεδιάζουν τις τακτικές των Type 209 και Type 214, βαδίζουν στα ίχνη μιας μεγάλης παράδοσης που ξεκινά από τα τέλη του 19ου αιώνα και περιλαμβάνει αρκετές πρωτιές.
Διαμορφώνοντας τακτικές υποβρυχίων σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο
Το υποβρύχιο Type
209/110 «Πρωτεύς» (S113).
|
Το υποβρύχιο σαν όπλο έχει ένα βασικό πλεονέκτημα: την αφάνεια και τον
αιφνιδιασμό που αυτή συνεπάγεται. Τα υποβρύχια σε κατάδυση μπορούν να
εντοπίσουν, να παρακολουθήσουν και να προσβάλλουν τους στόχους τους από μεγάλες
αποστάσεις. Πρωταρχικός λοιπόν παράγοντας της τακτικής των υποβρυχίων είναι η
απαίτηση να παραμείνουν ανεντόπιστα σε όλη τη διάρκεια της επιχειρησιακής τους
δραστηριότητας.
Στον ιδιόμορφο γεωγραφικό χώρο του Αιγαίου κατά την δράση του υποβρυχίου λαμβάνεται υπ’ όψιν πλήθος σημαντικών στοιχείων, όπως ενδεικτικά ο καιρός, τα ρεύματα, η αλατότητα και οι βαθυθερμογραφικές συνθήκες. Επίσης ένας άλλος πολύ σημαντικός παράγοντας είναι η στάθμη του θορύβου τόσο του περιβάλλοντος που δρα το υποβρύχιο όσο και ο αυτοθόρυβος του, ο οποίος πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο. Εκτός αυτών πρέπει και οφείλουμε ως στρατιωτικοί συντάκτες να προπαγανδίσουμε μια αλήθεια η οποία δεν έχει αποκτήσει την πρέπουσα δημοσιότητα. Όταν διαθέτεις περιορισμένους ανθρώπινους πόρους και χρήματα για την συγκρότηση μιας ισχυρής και αποτρεπτικής ναυτικής δύναμης, το υποβρύχιο αποτελεί εν πράγμασι μια βέλτιστη επιχειρησιακή λύση με οικονομικά πλεονεκτήματα, συγκρινόμενο με μεγάλες μονάδες επιφάνειας. Δηλαδή η Ελλάδα μπορεί να επανδρώσει και να εξοπλίσει με ελάχιστο ειδικευμένο προσωπικό στόλο υποβρυχίων, δαπανώντας πολύ λιγότερα χρήματα από ότι για παράδειγμα απαιτούν οι μονάδες επιφανείας επιπέδου φρεγάτας. Η πλάστιγγα βαραίνει ακόμη περισσότερο υπέρ του υποβρυχίου όταν προσμετρηθούν τα όπλα και η καταστροφικότητα που μπορούν να προκαλέσουν στον αντίπαλο. Για παράδειγμα για να βυθιστεί μια φρεγάτα απαιτούνται πολλά κατευθυνόμενα βλήματα, αλλά αρκεί η επιτυχής βολή μιας τορπίλης για να επέλθει το μοιραίο τέλος. Σήμερα τα σύγχρονα υποβρύχια που έχει προμηθευτεί η χώρα μας επιτρέπουν την βολή των ενθηκευμένων κατευθυνομένων βλημάτων Subharpoon UGM-84A block 1C.
Η ένταση και η γεωπολιτική αντιπαλότητα με την Τουρκία, η οποία αναδεικνύεται σταδιακά σε περιφερειακή ναυτική δύναμη, έχουν οδηγήσει το ΠΝ να αναθέσει στο Όπλο των Υποβρυχίων την πιο σημαντική επιχειρησιακή αποστολή. Τα υποβρύχια είναι εκείνα που θα πρέπει να φθάσουν πρώτα και αθόρυβα στην περιοχή που απειλούνται τα ζωτικά εθνικά συμφέροντα της χώρας (γεωστρατηγικά και γεωοικονομικά), ενώ λόγω της γεωγραφίας του ελλαδικού χώρου, ο εχθρός θα επιχειρήσει να αποκλείσει και να εκτελέσει αποβατικές ενέργειες κατά ενός ή περισσοτέρων νήσων στο Αιγαίο. Κατά συνέπεια τα υποβρύχια συγκροτούν το μακρύ χέρι της εθνικής στρατιωτικής στρατηγικής, που αν ενεργοποιηθεί κατάλληλα θα αποτρέψει και θα απαγορεύσει στον εξ ανατολών εχθρό να υλοποιήσει τους σχεδιασμούς του. Ας μην λησμονούμε ότι εάν το 1974 κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής τα υποβρύχια Type 209/1100 είχαν διαταχθεί να λάβουν εγκαίρως θέσεις μάχης, τότε το αποτέλεσμα της «ειρηνευτικής επιχείρησης» κατά της Κύπρου, σήμερα θα εντοπιζόταν να αναπαύεται στον βυθό στα ανοικτά της Κυρήνειας…
Όταν αναφερόμαστε σε τακτικές υποβρυχίων πρέπει να γνωρίζουμε προηγουμένως ορισμένα σημαντικά στοιχεία που καθορίζουν την αποστολή και τον ρόλο τους. Το υποβρύχιο είναι για την Ελλάδα και τις Ένοπλες Δυνάμεις, η πιο ισχυρή και καταλληλότερη ναυτική μονάδα για εκτέλεση αποστολών αποτροπής και άρνησης θαλάσσιου ελέγχου σε βάρος του εχθρού. Μια ομάδα υποβρυχίων ίσως και ένα μόνον μπορεί να αποπλεύσει και να πλεύσει υποθαλάσσια, ανεντόπιστο και πρακτικώς αόρατο στην θερμή ζώνη και με την «παρουσία» του και μόνο να αποτελέσει ηχηρό μήνυμα προς τον αντίπαλο, ή δια των τορπιλών του να… υπογράψει το μήνυμα. Ως παράδειγμα να θυμίσουμε την αποστολή του βρετανικού υποβρυχίου HMS «Conqueror» (S48) στα Φώκλαντ και την βύθιση του καταδρομικού ARA «General Belgrano» τον Μάιο του 1982. Το ανωτέρω παράδειγμα υπογραμμίζει το γεγονός πως αρκεί ένα και μόνο υποβρύχιο για να προκληθεί περισσότερη ζημιά σε στρατιωτικό όπως και σε πολιτικό επίπεδο από οποιαδήποτε άλλη ναυτική μονάδα επιφανείας. Όταν κηρύχθηκε ο Β΄ΠΠ στις 3 Σεπτεμβρίου, μερικές μόνον ώρες μετά το γερμανικό υποβρύχιο U-30 τορπίλισε και βύθισε το βρετανικό επιβατηγό SS «Athenia» σηματοδοτώντας την έναρξη μιας τεράστιας καθοριστικής για την έκβαση του πολέμου αεροναυτικής σύρραξης, που πέρασε στην ιστορία ως η «Μάχη του Ατλαντικού».
Υποβρύχιο σημαίνει πρακτικά δύο στοιχεία:
Στον ιδιόμορφο γεωγραφικό χώρο του Αιγαίου κατά την δράση του υποβρυχίου λαμβάνεται υπ’ όψιν πλήθος σημαντικών στοιχείων, όπως ενδεικτικά ο καιρός, τα ρεύματα, η αλατότητα και οι βαθυθερμογραφικές συνθήκες. Επίσης ένας άλλος πολύ σημαντικός παράγοντας είναι η στάθμη του θορύβου τόσο του περιβάλλοντος που δρα το υποβρύχιο όσο και ο αυτοθόρυβος του, ο οποίος πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο. Εκτός αυτών πρέπει και οφείλουμε ως στρατιωτικοί συντάκτες να προπαγανδίσουμε μια αλήθεια η οποία δεν έχει αποκτήσει την πρέπουσα δημοσιότητα. Όταν διαθέτεις περιορισμένους ανθρώπινους πόρους και χρήματα για την συγκρότηση μιας ισχυρής και αποτρεπτικής ναυτικής δύναμης, το υποβρύχιο αποτελεί εν πράγμασι μια βέλτιστη επιχειρησιακή λύση με οικονομικά πλεονεκτήματα, συγκρινόμενο με μεγάλες μονάδες επιφάνειας. Δηλαδή η Ελλάδα μπορεί να επανδρώσει και να εξοπλίσει με ελάχιστο ειδικευμένο προσωπικό στόλο υποβρυχίων, δαπανώντας πολύ λιγότερα χρήματα από ότι για παράδειγμα απαιτούν οι μονάδες επιφανείας επιπέδου φρεγάτας. Η πλάστιγγα βαραίνει ακόμη περισσότερο υπέρ του υποβρυχίου όταν προσμετρηθούν τα όπλα και η καταστροφικότητα που μπορούν να προκαλέσουν στον αντίπαλο. Για παράδειγμα για να βυθιστεί μια φρεγάτα απαιτούνται πολλά κατευθυνόμενα βλήματα, αλλά αρκεί η επιτυχής βολή μιας τορπίλης για να επέλθει το μοιραίο τέλος. Σήμερα τα σύγχρονα υποβρύχια που έχει προμηθευτεί η χώρα μας επιτρέπουν την βολή των ενθηκευμένων κατευθυνομένων βλημάτων Subharpoon UGM-84A block 1C.
Η ένταση και η γεωπολιτική αντιπαλότητα με την Τουρκία, η οποία αναδεικνύεται σταδιακά σε περιφερειακή ναυτική δύναμη, έχουν οδηγήσει το ΠΝ να αναθέσει στο Όπλο των Υποβρυχίων την πιο σημαντική επιχειρησιακή αποστολή. Τα υποβρύχια είναι εκείνα που θα πρέπει να φθάσουν πρώτα και αθόρυβα στην περιοχή που απειλούνται τα ζωτικά εθνικά συμφέροντα της χώρας (γεωστρατηγικά και γεωοικονομικά), ενώ λόγω της γεωγραφίας του ελλαδικού χώρου, ο εχθρός θα επιχειρήσει να αποκλείσει και να εκτελέσει αποβατικές ενέργειες κατά ενός ή περισσοτέρων νήσων στο Αιγαίο. Κατά συνέπεια τα υποβρύχια συγκροτούν το μακρύ χέρι της εθνικής στρατιωτικής στρατηγικής, που αν ενεργοποιηθεί κατάλληλα θα αποτρέψει και θα απαγορεύσει στον εξ ανατολών εχθρό να υλοποιήσει τους σχεδιασμούς του. Ας μην λησμονούμε ότι εάν το 1974 κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής τα υποβρύχια Type 209/1100 είχαν διαταχθεί να λάβουν εγκαίρως θέσεις μάχης, τότε το αποτέλεσμα της «ειρηνευτικής επιχείρησης» κατά της Κύπρου, σήμερα θα εντοπιζόταν να αναπαύεται στον βυθό στα ανοικτά της Κυρήνειας…
Όταν αναφερόμαστε σε τακτικές υποβρυχίων πρέπει να γνωρίζουμε προηγουμένως ορισμένα σημαντικά στοιχεία που καθορίζουν την αποστολή και τον ρόλο τους. Το υποβρύχιο είναι για την Ελλάδα και τις Ένοπλες Δυνάμεις, η πιο ισχυρή και καταλληλότερη ναυτική μονάδα για εκτέλεση αποστολών αποτροπής και άρνησης θαλάσσιου ελέγχου σε βάρος του εχθρού. Μια ομάδα υποβρυχίων ίσως και ένα μόνον μπορεί να αποπλεύσει και να πλεύσει υποθαλάσσια, ανεντόπιστο και πρακτικώς αόρατο στην θερμή ζώνη και με την «παρουσία» του και μόνο να αποτελέσει ηχηρό μήνυμα προς τον αντίπαλο, ή δια των τορπιλών του να… υπογράψει το μήνυμα. Ως παράδειγμα να θυμίσουμε την αποστολή του βρετανικού υποβρυχίου HMS «Conqueror» (S48) στα Φώκλαντ και την βύθιση του καταδρομικού ARA «General Belgrano» τον Μάιο του 1982. Το ανωτέρω παράδειγμα υπογραμμίζει το γεγονός πως αρκεί ένα και μόνο υποβρύχιο για να προκληθεί περισσότερη ζημιά σε στρατιωτικό όπως και σε πολιτικό επίπεδο από οποιαδήποτε άλλη ναυτική μονάδα επιφανείας. Όταν κηρύχθηκε ο Β΄ΠΠ στις 3 Σεπτεμβρίου, μερικές μόνον ώρες μετά το γερμανικό υποβρύχιο U-30 τορπίλισε και βύθισε το βρετανικό επιβατηγό SS «Athenia» σηματοδοτώντας την έναρξη μιας τεράστιας καθοριστικής για την έκβαση του πολέμου αεροναυτικής σύρραξης, που πέρασε στην ιστορία ως η «Μάχη του Ατλαντικού».
Υποβρύχιο σημαίνει πρακτικά δύο στοιχεία:
α) αφάνεια και
β)
αιφνιδιασμός.
Όταν μελετούμε τις δυνατότητες εκτέλεσης επιχειρήσεων από
υποβρύχια και να σχεδιάσουμε τακτικές, τότε αυτομάτως ξεπροβάλλει από τους
ναυτικούς χάρτες το «ιδανικό» επιχειρησιακό περιβάλλον του «κλειστού Αιγαίου».
Στα φιλόξενα βάθη του αρχιπελάγους το υποβρύχιο αναζητά και βρίσκει ιδανικές
συνθήκες επιχειρησιακής δράσης, καθώς η ιδιαίτερη φύση του το καλεί να
ενεργήσει εκμεταλλευόμενο την αφάνεια και τον συνεπαγόμενο αιφνιδιασμό που
απορρέει από αυτή. Επίσης πρέπει να υπογραμμιστεί ότι εντός του Αιγαίου οι
γνωστές ανθυποβρυχιακές δυνατότητες και τακτικές αποδεικνύονται εν πράγμασι
ανεπαρκείς και βοηθούν τον κυβερνήτη του υποβρυχίου να αποκτήσει μεγαλύτερη
επιχειρησιακή αυτοπεποίθηση. Σε αυτό το ειδικό περιβάλλον εμείς όπως και οι
αντίπαλοί μας οι Τούρκοι καλούμαστε να αξιοποιήσουμε το υποβρύχιο όπλο,
γνωρίζοντας ότι όταν εμφανείς και προφανείς πολιτικο-στρατιωτικοί λόγοι
απαγορεύουν την πλεύση και εμφάνιση πλοίων επιφανείας, το υποβρύχιο συνιστά το
μοναδικό μέσον – σε επίπεδο ναυτικών μονάδων – που μπορεί να αναπτυχθεί και αν
χρειαστεί να εκτελέσει συγκαλυμμένες επιχειρήσεις.
Ναύσταθμος Σαλαμίνος ΦΩΤΟ: Αο Μηχ Ανθχος (Μ) Δ. Τουμπαριδης ΠΝ |
Το ΠΝ για να εφαρμόσει τις τακτικές που απαιτούνται για την προάσπιση
των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο βασίζεται
σε τρεις τύπους γερμανικής κατασκευής υποβρυχίων: α) Στα τρία Type 209/1100 [«Νηρεύς»(S111), «Τρίτων»(S112), «Πρωτεύς» (S113)], που παραγγέλθηκαν το 1967 και τα οποία
μπορούν να αναπτύσσουν μέγιστη ταχύτητα 21,5 κόμβους σε κατάδυση με τη βοήθεια
συσσωρευτών και μπορούν να καταδυθούν σε βάθος 250 μέτρων περίπου (σ.σ. το
ακριβές βάθος για όλες τις κλάσεις είναι απόρρητο). Φέρουν οκτώ τορπιλοσωλήνες
των 21’’ ιντσών, ενώ εντός του σκάφους αποθηκεύονται 14 τορπίλες SST-4, Mk
37-2, Mk
37-3 και Mk
14/23, β) στα τέσσερα Type
209/1200 [«Ποσειδών»(S116),
«Αμφιτρίτη»(S117),
«Ωκεανός»(S118),
«Πόντος»(S119)],
τα οποία παραγγέλθηκαν το 1976 των οποίων οι επιχειρησιακές δυνατότητες είναι
πολύ καλύτερες των Type
209/110. Τα υποβρύχια φέρουν τον ίδιο φόρτο τορπιλών με την ίδια διαμόρφωση με
την διαφορά ότι παρελήφθησαν με τις εξελιγμένες τορπίλες SUT. Οι συγκεκριμένες τορπίλες δίνουν τη δυνατότητα
στο υποβρύχιο να προσβάλλει στόχους πέραν του περισκοπικού ορίζοντα (της τάξης
των έξι ναυτικών μιλίων με καλή ορατότητα). Οι SUT μπορούν να κατευθυνθούν από το σκάφος σε απόσταση
που φτάνει μέχρι και τα 20 ναυτικά μίλια, με την βοήθεια συρμάτινου αγωγού
επικοινωνίας, ενώ διαθέτουν δικά τους προγράμματα αυτοκατεύθυνσης για έρευνα
στόχων και επίθεση εναντίον τους, γ) εκ των ανωτέρω Τype 209/1200 το υποβρύχιο «Ωκεανός»(S118) έχει εκσυγχρονιστεί και αναβαθμιστεί και
χαρακτηρίζεται ως Type
209/1200 AIP, καθώς
το εκτόπισμά του αυξήθηκε στους 1.480 τόνους λόγω της προσθήκης του συστήματος
αναερόβιας πρόωσης AIP Siemens 2 FC Modules. Το υποβρύχιο διαθέτει επίσης το σύστημα μάχης STN Atlas Electronics ISUS 90-46 και το σύστημα ενεργών αντιμέτρων Circe. Η παραλαβή του δεν έχει ολοκληρωθεί μέχρι
σήμερα, δ) ένα Type
214 [«Παπανικολής»(S120)]
η κορωνίδα του υποβρυχίου στόλου στην Ελλάδα και στην Μεσόγειο σε επίπεδο
συμβατικών υποβρυχίων, με εκτόπισμα 1.780 τόνων, σύστημα AIP Siemens 2 FC Modules, αναπτύσσει
ταχύτητα υποθαλασσίως 21 κόμβων και φέρει 16 τορπίλες/βλήματα SUT, SST-4 και
UGM-84A block 1C (Subharpoon). Υπό παραλαβή τελούν άλλα τρία υποβρύχια της
κλάσης.
συνέχεια στο Β ΜΕΡΟΣ
πηγή Περί Αλός
συνέχεια στο Β ΜΕΡΟΣ
πηγή Περί Αλός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου