Γράφει ο Ιωάννης Σ. Θεοδωράτος
Δημοσιογράφος-αμυντικός αναλυτής
Φαίνεται ότι ορισμένοι κύκλοι εντός και εκτός της κυβέρνησης επιθυμούν
την υλοποίηση του «δόγματος Μπαλάφα», το οποίο συνοψίστηκε στην φράση «Θα το ρισκάρουμε».
Με μεγάλη λύπη, έκπληξη και δυσφορία ένα αρκετά μεγάλο τμήμα της κοινής γνώμης
που ενδιαφέρεται για τη διατήρηση της αποτρεπτικής ισχύος των Ενόπλων Δυνάμεων,
αναμένει την επίσημη τοποθέτηση του αρμοδίου υπουργού Εθνικής Άμυνας -
τουλάχιστον – αναφορικά με το ζήτημα της
πρόθεσης πώλησης δύο εκ των τριών υποβρυχίων Type 214 σε πελάτη του εξωτερικού.
Έως ότου ξεκαθαρίσει η ομίχλη που περιβάλλει το θέμα-βόμβα που αφέθηκε να «εκτονωθεί» επικοινωνιακά, προκειμένου να καταγραφούν θέσεις και αντιδράσεις, οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα δεδομένα που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν από κανένα πολιτικό ή μη πρόσωπο. Η Ελλάδα είναι ναυτική χώρα υψηλότατης γεωστρατηγικής αξίας και με αναβαθμισμένη τη γεωπολιτική της θέση. Σήμερα ο θαλάσσιος έλεγχος είναι το προαπαιτούμενο προκειμένου το Πολεμικό Ναυτικό (μαζί με την Πολεμική Αεροπορία) και το Λιμενικό Σώμα/Ακτοφυλακή να μπορέσουν να προστατέψουν τα στρατηγικά μας συμφέροντα σε Ιόνιο, Αιγαίο, Κρητικό και Μεσόγειο. Είναι τουλάχιστον αφελές όσο και επικίνδυνο, ιδιαίτερα μετά από τη δημοσίευση της έκθεσης της Deutsche Bank περί της αξίας των ενεργειακών κοιτασμάτων φυσικού αερίου νοτίως της Κρήτης (σ.σ. εκτιμώμενης αξίας 425 δις περίπου με δυνητικό κρατικό όφελος αξιοποίησης περί τα 215 δις ευρώ) η χώρα που θα πρέπει να θεμελιώσει δικαίωμα ανακήρυξης ΑΟΖ, να δείχνει εμπράκτως – αν ισχύουν τα σχετικά δημοσιεύματα – πρόθεση μείωσης της ναυτικής της ισχύος, με αιχμή τον στόλο των υποβρυχίων! Προκαλούν θυμηδία και αγανάκτηση μαζί η παρουσίαση προτάσεων επίλυσης ενός ήδη σοβαρού προβλήματος (Ναυπηγεία Σκαραμαγκά), οι οποίες οδηγούν άμεσα στην απομείωση της δύναμης του Στόλου. Πόσο στρατηγικά άφρονες μπορεί να είναι οι εγκέφαλοι που σκέφτηκαν και πρότειναν τέτοιες μεθοδεύσεις;
Έως ότου ξεκαθαρίσει η ομίχλη που περιβάλλει το θέμα-βόμβα που αφέθηκε να «εκτονωθεί» επικοινωνιακά, προκειμένου να καταγραφούν θέσεις και αντιδράσεις, οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα δεδομένα που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν από κανένα πολιτικό ή μη πρόσωπο. Η Ελλάδα είναι ναυτική χώρα υψηλότατης γεωστρατηγικής αξίας και με αναβαθμισμένη τη γεωπολιτική της θέση. Σήμερα ο θαλάσσιος έλεγχος είναι το προαπαιτούμενο προκειμένου το Πολεμικό Ναυτικό (μαζί με την Πολεμική Αεροπορία) και το Λιμενικό Σώμα/Ακτοφυλακή να μπορέσουν να προστατέψουν τα στρατηγικά μας συμφέροντα σε Ιόνιο, Αιγαίο, Κρητικό και Μεσόγειο. Είναι τουλάχιστον αφελές όσο και επικίνδυνο, ιδιαίτερα μετά από τη δημοσίευση της έκθεσης της Deutsche Bank περί της αξίας των ενεργειακών κοιτασμάτων φυσικού αερίου νοτίως της Κρήτης (σ.σ. εκτιμώμενης αξίας 425 δις περίπου με δυνητικό κρατικό όφελος αξιοποίησης περί τα 215 δις ευρώ) η χώρα που θα πρέπει να θεμελιώσει δικαίωμα ανακήρυξης ΑΟΖ, να δείχνει εμπράκτως – αν ισχύουν τα σχετικά δημοσιεύματα – πρόθεση μείωσης της ναυτικής της ισχύος, με αιχμή τον στόλο των υποβρυχίων! Προκαλούν θυμηδία και αγανάκτηση μαζί η παρουσίαση προτάσεων επίλυσης ενός ήδη σοβαρού προβλήματος (Ναυπηγεία Σκαραμαγκά), οι οποίες οδηγούν άμεσα στην απομείωση της δύναμης του Στόλου. Πόσο στρατηγικά άφρονες μπορεί να είναι οι εγκέφαλοι που σκέφτηκαν και πρότειναν τέτοιες μεθοδεύσεις;
Όταν μια κυβέρνηση που ανέλαβε την εξουσία σε μια πρωτοφανή
δημοσιονομική συγκυρία, επιθυμεί να δώσει μόνιμες – στρατηγικού χαρακτήρα –
λύσεις σε μια σειρά από οικονομικά ζητήματα με εντονότατο κοινωνικό αντίκτυπο,
πρώτα κοιτά τη γεωγραφία και την ιστορία της χώρας και μετά σχεδιάζει ρεαλιστικά,
με καινοτομία και δυναμισμό. Σήμερα η Ελλάδα αποτελεί «γεωγραφική κλείδα», η
οποία δεσπόζει με άξονα τη γεωστρατηγική της θέση στον χώρο όπου εκτυλίσσεται
ένας μείζον γεωπολιτικός ανταγωνισμός με έπαθλο τις ενεργειακές πηγές στην
Ανατολική Μεσόγειο. Ένας ιδιότυπος νέος άξονας Βερολίνου-Μόσχας-Αγκυρας έχει
ήδη δείξει τα δόντια του με συγκλίνοντα συμφέροντα, επί του ζωτικής σημασίας
ζητήματος της ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης. Η Αθήνα αποτελεί στόχο των
γερμανικών οικονομικών βομβαρδισμών, οι οποίοι επιθυμούν την συντριβή της χώρας
μέσω του οικονομικού blitzkrieg.
Σε αυτόν τον αγώνα η Ελλάδα απολαμβάνει ταύτιση συμφερόντων με τις παραδοσιακές
ναυτικές δυνάμεις, κάτι που μεταφράστηκε εμπράκτως στην υποστήριξη του ΔΝΤ.
Υπάρχει όμως και το διακύβευμα και είναι όντως πάρα πολύ μεγάλο για να
αγνοηθεί. Δεν είναι μόνο τα 425 δις φυσικού αερίου – τα οποία είναι πάρα πολύ
περισσότερα αν προσμετρηθούν και άλλες περιοχές αλλά και τα πετρέλαια – είναι η
ναυτική γεωγραφία που θα επιτρέψει την ενεργοποίηση του διαδρόμου
Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας με στόχο την «heartland» του
ευρωπαϊκού γεωπολιτικού ανταγωνισμού, δηλαδή τα εδάφη που βρίσκονται μεταξύ των
παλαιών σφαιρών επιρροής της Γερμανίας και της Ρωσίας (σ.σ. της τσαρικής, της
ΕΣΣΔ και της μεταψυχροπολεμικής). Αυτά προσεγγίζονται και ελέγχονται μόνον μέσω
της ενεργούς αξιοποίησης της ελληνικής γεωγραφίας.
Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις και συνυπολογίζοντας το γεωπολιτικό
διακύβευμα που συνδέεται ευθέως με το ενεργειακό, το Βερολίνο επιθυμεί και
στοχεύει προς μια Ελλάδα στρατιωτικά αδύναμη. Δηλαδή με μια υποβαθμισμένη
αεροπορική και ιδιαίτερα ναυτική ισχύ. Ήδη απαίτησε μείωση των αμυντικών
δαπανών, ενώ γνωρίζουμε πλέον πως κάποιοι στην κυβέρνηση «προσκυνούν» ή
ποντάρουν στο γερμανικό χαρτί αγνοώντας τις γεωπολιτικές πραγματικότητες και
δυναμικές. Την ίδια στιγμή που διαβάζουμε για προτάσεις πώλησης των δύο Type 214, η Τουρκία των 14 υποβρυχίων Type 209 υλοποιεί πρόγραμμα εγχώριας κατασκευής έξι νέων
Type
214. Αν υλοποιηθεί μια τέτοια σκέψη, τότε το ΠΝ θα δεχθεί ισχυρό πλήγμα, το
οποίο θα επέλθει στην πλέον κατάλληλη χρονική συγκυρία. Τα επόμενα χρόνια θα
απαιτηθεί η χώρα μας να προστατέψει τα στρατηγικά της συμφέροντα στους τομείς
ΑΟΖ/ενέργειας και το κατάλληλο όπλο ήταν είναι και θα είναι ο υποβρύχιος
στόλος. Με την σημερινή απαράδεκτη κατάσταση που επικρατεί (σ.σ. συντήρηση,
διαθεσιμότητα, έλλειψη σύγχρονων τορπιλών) και υπό το προαναφερόμενο πρίσμα πώς
να μην είναι ευτυχείς οι στρατηγικοί σχεδιαστές του Βερολίνου; Σταδιακά η Αθήνα
θα υποχωρήσει με δική της απόφαση (την οποία θα πρέπει να χρεωθούν οι πολιτικοί
και όχι οι στρατιωτικοί), εγκαταλείποντας την περιοχή αλλά και τις πρωτοβουλίες
στους Νέο-οθωμανούς. Απόλυτα ευχαριστημένοι θα είναι και οι Ρώσοι, τα
στρατηγικά συμφέροντα των οποίων δεν εξυπηρετούνται από την αξιοποίηση των
ενεργειακών κοιτασμάτων στην Μεσόγειο, καθώς αυτό θα σημαίνει όχι απλά απώλεια
δις ευρώ, αλλά κυρίως ελαχιστοποίηση της επιρροής της Μόσχας επί του άξονα
Ελλάδας-Πολωνίας και των γύρω γεωγραφικών περιοχών.
Συμπερασματικά πρέπει να απορριφθεί κάθε προσπάθεια μείωσης της δύναμης
του ΠΝ και ειδικά του μαλακού υπογαστρίου των ναυτικών προγραμμάτων, που είναι
η ολοκλήρωση της προμήθειας των τριών Type
214. Ας μην ξεχνούν ότι εκείνοι που αποδέχθηκαν με σειρά εσφαλμένων αποφάσεων
την υποβάθμιση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά (αλλά και της Ελευσίνας) ουσιαστικά
ικανοποίησαν – χωρίς να γνωρίζουν το στρατηγικό βάθος της ελληνικής «αβλεψίας»
– τους μεγάλους ναυπηγικούς ομίλους της Δυτικής Ευρώπης…
Κανένα υποβρύχιο δεν πρέπει να πωληθεί, καμία ναυτική μονάδα τέτοιας
επιχειρησιακής δυνατότητας δεν πρέπει να εξουδετερωθεί, ή να αδρανοποιηθεί
μεσομακροπρόθεσμα. Η επόμενη σύγκρουση με τη Νέο-οθωμανική Τουρκία, η οποία
έρχεται, θα διεξαχθεί στις θάλασσες και στους αιθέρες. Σε αυτήν την περίπτωση τα
υποβρύχια θα είναι στην πρώτη γραμμή, πλέοντας αθόρυβα πριν από το πάτημα της
σκανδάλης. Θυμηθείτε τι θα μπορούσαν να αποτρέψουν το 1974. Αυτό είναι γνωστό
σε όλους και επί αυτού αναπτύσσονται οι στρατηγικές της «ήπιας» εξουδετέρωσης
του ελληνικού υποβρύχιου στόλου. Μια χώρα που βασίστηκε στην στρατηγική χρήση
του υποβρύχιου όπλου σε δύο παγκόσμιους πολέμους, γνωρίζει περισσότερα από τον
καθένα την επιχειρησιακή τους αξία τότε, τώρα και στο μέλλον…
ΥΓ. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού παρακολουθούν με αυξημένο ενδιαφέρον την πορεία των πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα. Αναλύσεις δείχνουν ότι παρότι οι ΗΠΑ επιθυμούν την στρατιωτική ισχυροποίηση των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων με μεταχειρισμένο υλικό, οι αποφάσεις (ή καλύτερα η μη λήψη αυτών) ακυρώνουν τις σχετικούς σχεδιασμούς. Χαρακτηριστική είναι η στάση ισχυρού παράγοντα του ελληνικού lobby, ο οποίος απάντησε με δυσθυμία σε σχετικό ερώτημα περί της πορείας της υπόθεσης των Arleigh Burke αλλά και άλλων συστημάτων: «… και λοιπόν όταν εμείς προσπαθούμε και έχουμε την πολιτική υποστήριξη που παλαιότερα δεν διαθέταμε, βλέπουμε ότι τελικά θα τα παραδώσουμε σε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ; Μα είναι ποτέ δυνατόν να συμβεί αυτό, καθώς οι πολιτικές ακροβασίες των κομμάτων στην Αθήνα ακυρώνουν κάθε σοβαρή προσπάθεια στρατηγικής αναβάθμισης της χώρας; Σοβαρευτείτε επιτέλους κύριοι!».
ΥΓ. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού παρακολουθούν με αυξημένο ενδιαφέρον την πορεία των πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα. Αναλύσεις δείχνουν ότι παρότι οι ΗΠΑ επιθυμούν την στρατιωτική ισχυροποίηση των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων με μεταχειρισμένο υλικό, οι αποφάσεις (ή καλύτερα η μη λήψη αυτών) ακυρώνουν τις σχετικούς σχεδιασμούς. Χαρακτηριστική είναι η στάση ισχυρού παράγοντα του ελληνικού lobby, ο οποίος απάντησε με δυσθυμία σε σχετικό ερώτημα περί της πορείας της υπόθεσης των Arleigh Burke αλλά και άλλων συστημάτων: «… και λοιπόν όταν εμείς προσπαθούμε και έχουμε την πολιτική υποστήριξη που παλαιότερα δεν διαθέταμε, βλέπουμε ότι τελικά θα τα παραδώσουμε σε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ; Μα είναι ποτέ δυνατόν να συμβεί αυτό, καθώς οι πολιτικές ακροβασίες των κομμάτων στην Αθήνα ακυρώνουν κάθε σοβαρή προσπάθεια στρατηγικής αναβάθμισης της χώρας; Σοβαρευτείτε επιτέλους κύριοι!».
πηγή Περί Αλός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου